#LondonRiots #UKRiots: “Αν κλέψουν μερικά βιβλία, μπορεί να μάθουν και τίποτα”
Λονδίνο, Σάββατο, 6 Αυγούστου 2011
Οι “ταραχές” στο Λονδίνο και σε άλλες μεγάλες πόλεις της Αγγλίας από το Σάββατο ως την Τετάρτη ήταν μια κοινωνική έκρηξη απέναντι στη φτώχεια και τον αποκλεισμό των νέων. Μέσα σε αυτήν την έκρηξη, αρκετά καταστήματα λεηλατήθηκαν και καταστράφηκαν, μερικά μάλιστα κάηκαν ολοσχερώς. Ο στόχος των λεηλασιών ήταν κυρίως παπούτσια και ρούχα, υπολογιστές και τηλεοράσεις πλάσμα. Ακόμα και σε εμπορικούς δρόμους όμως όπου όλες οι βιτρίνες των καταστημάτων είχαν υποστεί ζημιές, τα βιβλιοπωλεία έμειναν ανέπαφα. Και όχι μόνο τα μικρά, ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία, αλλά και αλυσίδες όπως το Waterstone’s, η μεγαλύτερη αλυσίδα βιβλιοπωλείων στη χώρα. Με εξαίρεση σύντομα διαστήματα όπου ορισμένα καταστήματα έκλεισαν προληπτικά, τα βιβλιοπωλεία παρέμειναν μάλιστα ανοιχτά παρά τις “ταραχές”.
Σε εφημερίδες και site στη Βρετανία υπήρξε προβληματισμός για αυτήν την εξαίρεση. Τα βιβλία, σε αντίθεση με τις ηλεκτρονικές συσκευές, δε θεωρήθηκαν από τους εξεγερμένους, φτωχούς και ίσως άνεργους νέους αξιόλογα, επιθυμητά καταναλωτικά προϊόντα. Ο συγγραφέας και ποιητής Nikesh Shukla προσπάθησε στον Guardian να το εξηγήσει επισημαίνοντας ότι οι συγγραφείς συνήθως δεν προέρχονται από τους φτωχούς των βρετανικών πόλεων και δεν μπορούν επομένως να τους απευθυνθούν με τα βιβλία τους. Η γενικότερη απόρριψη των “ταραξιών” από την εκπαίδευση πριν αυτοί γίνουν “ταραξίες” δεν προβλημάτισε ιδιαίτερα. Η ερμηνεία που φαίνεται να κυριάρχησε στη Βρετανία συνοψίζεται στα λόγια ενός υπαλλήλου του Waterstone’s, όπως δημοσιεύτηκαν και επαναλήφτηκαν εκτενώς στο Twitter: “Μάλλον θα μείνουμε ανοιχτά. Αν κλέψουν μερικά βιβλία, μπορεί να μάθουν και τίποτα”.
Twitter, Τρίτη, 9 Αυγούστου
Αυτή η φράση συγκεφαλαιώνει όχι μόνο την παντελή αδιαφορία για την ερμηνεία των γεγονότων, αλλά και τον ελιτισμό και την υπεροψία του “μορφωμένου” με την οποία αντιμετωπίστηκαν οι “ταραξίες”. Μίσος ενάντια στους “αγράμματους”, “που δεν ανοίγουν ποτέ και κανένα βιβλίο”, αυτό είναι που αισθάνεται ο υπάλληλος του Waterstone’s. Ο ελιτισμός αυτός όμως είναι πραγματικά αποκαλυπτικός για το βιβλίο ως σύμβολο πολιτισμικής και, επομένως, κοινωνικής καταξίωσης, δείχνει πόσο έχει φετιχοποιηθεί το βιβλίο και η ανάγνωσή του.
Σύμφωνα με αυτή τη λογική, ο αναγνώστης ενός βιβλίου δεν έρχεται σε επαφή με μια ολοκληρωμένη, εκτενή, τεμηριωμένη ανάλυση ή αισθητικά αξιόλογη αφήγηση. Σημασία έχει ότι μπροστά του έχει κείμενο στη μορφή του βιβλίου. Τι είναι τώρα αυτό το κείμενο, τι λέει και πώς είναι γραμμένο δεν έχει σημασία, αρκεί να είναι αρκετές σελίδες και να έχει δέσιμο βιβλίου. Μπορεί το βιβλίο να είναι “γαλάζιο” και ένας άντρας να διηγείται τις σεξουαλικές του επιτυχίες, πραγματικές ή κατά φαντασία. Μπορεί να είναι “ροζ” και μια γυναίκα να διηγείται πώς βρήκε τον έρωτα της ζωής της. Μπορεί να είναι θεωρίες συνωμοσίας ή μια -“αποκλειστική”- ματιά από την κλειδαρότρυπα στη ζωή ενός διάσημου. Μπορεί να μας υπόσχεται να χάσουμε βάρος ή να γίνουμε πλούσιοι. Σύμφωνα με το φετιχισμό της ανάγνωσης του βιβλίου, όλα αυτά δεν έχουν σημασία όμως, αρκεί να “διαβάζεις και κάνα βιβλίο”. Πολλά τέτοια βιβλία έχουν μεγάλες πωλήσεις, τέτοια βιβλία διαβάζουν πολλοί που χάρη στη “φιλαγνωσία” τους καλύπτουν τις προδιαγραφές που θέτει ο υπάλληλος του βρετανικού βιβλιοπωλείου.
Και επειδή είναι η μορφή του βιβλίου που δίνει την πολιτισμική καταξίωση, εξορισμού η ταινία, το internet ή η τηλεόραση θεωρούνται κάτι λίγο ή κάτι κατώτερο. Ακόμα και ο κινηματογράφος, “είναι τέχνη βέβαια, αλλά δεν μπορεί να υποκαταστήσει ένα βιβλίο”, κάτι που ισχύει προφανώς, όσο όμως ισχύει και ότι “ένα βιβλίο δεν μπορεί να υποκαταστήσει μια ταινία”.
Και πότε ένα βιβλίο, μια ταινία στον κινηματογράφο, μια εκπομπή στην τηλεόραση ή ένα άρθρο στο ίντερνετ είναι καλά; Ίσως όταν σε βοηθούν καταρχάς να καταλάβεις πως δεν έγινες και τόσο μοναδικός και καλύτερος επειδή κατανάλωσες αυτά τα “υψηλά”, “ποιοτικά” πολιτιστικά προϊόντα.
Υ.Γ. Για να είμαστε απόλυτα ακριβείς, ένα και μόνο βιβλιοπωλείο δέχτηκε επίθεση στο Λονδίνο, το γκέι βιβλίοπωλείο “Gay’s the Word”. Δεν υπήρξε όμως αφαίρεση βιβλίων και τα κίνητρα της επίθεσης πρέπει να ήταν ομοφοβικά.
Όπως όταν είσαι πεινασμένος θα χορτάσεις ότι κι αν καταπιείς, έτσι κι αυτά τα απόβλητα ρεμάλια ότι κι αν διαβάσουν σε κάτι θα τους βελτιώσει. Ας διάβαζαν κι ας ήταν και lifestyle κουτσομπολιά. Θα ήταν μια αρχή και μια γεύση από τον “κόσμο της ανάγνωσης”. Δηλαδή το άλλο το ζώο (απ’ τους αλητράδες που τα σπάσανε) που βγήκε και δήλωσε ότι ενώ δεν έχει στον ήλιο μοίρα (και δε δικαιούται, προσθέτω εγώ) μπήκε σε επώνυμη αλυσίδα και βγήκε φορώντας ένα πουλόβερ 195 λιρών τι έγινε ; Έγινε καλύτερος άνθρωπος ; Βελτίωσε σε τίποτα της ζωή του ή την προοπτική του ; Ενώ αν είχε κλέψει βιβλία 195 λιρών, ε, όλο και κάτι καλύτερο θα του συνέβαινε (θα του άλλαζε την οπτική που βλέπει την κοινωνία για παράδειγμα, θα ήταν μια καλή αρχή έστω). Σκεφτείτο το λίγο πιο νηφάλια κι εδώ είμαστε να το συζητήσουμε …
lifestyle κουτσομπολιά υπάρχουν σε αφθονία – και δεν αντιλαμβάνομαι για πιο λόγο σε ωφελεί σε κάτι αν τα διαβάσεις και σε μορφή βιβλίου.
Όντως πάντως χρειάζεται νηφαλιότητα…
Κάτι ξεχάσαμε: τα βιβλία καίγονται…στούς 451 Φαρενάιτ!
Λίγα λόγια για την ταινία: Η ταινία αναφέρεται σε ένα δυστοπικό μέλλον, δηλαδή σε μια μελλοντική κοινωνία που έχει υποβαθμιστεί σε ένα καταπιεστικό και ελεγχόμενο κράτος. Συχνά αυτό το καθεστώς φορά το μανδύα της «ουτοπίας». Η λογοτεχνία και ο κινηματογράφος μάς έχουν δώσει αρκετά συγκλονιστικά έργα τα οποία μας προειδοποιούν για τον κίνδυνο να υποστούμε στο μέλλον καταπιεστικά συστήματα κοινωνικού ελέγχου όπου θα υπάρχει ολική έλλειψη ατομικών και συλλογικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, συνεχής κατάσταση πολεμικών συρράξεων και κοινωνικής και στρατιωτικής βίας. Τα δυστοπικά έργα δείχνουν πόσο μακριά μπορεί να φτάσει η τεχνολογία αν αφεθεί ανεξέλεγκτη και πώς οι άνθρωποι είτε ατομικά είτε μαζικά μπορούν να χρησιμοποιούν και να χρησιμοποιούνται από την τεχνολογία στην υπηρεσία σκοτεινών εξουσιαστικών μηχανισμών κρατικών και ιδιωτικών (π.χ. σκεφτείτε την πρόσφατη δήλωση του ενός εκ των ιδρυτών της μηχανής αναζήτησης Google: “Γνωρίζουμε περίπου ποιοι είστε, περίπου για τι ενδιαφέρεστε, περίπου ποιοι είναι οι φίλοι σας”)
Συνήθως οι περισσότεροι άνθρωποι στα δυστοπικά έργα είναι φτωχοί και καταδυναστεύονται από τεράστιους στρατιωτικού χαρακτήρα αστυνομικές δυνάμεις, όπως υπήρξε στην πραγματικότητα η Ναζιστική Γερμανία.
Εδώ βρισκόμαστε στην Μεγάλη Βρετανία όπου κάθε γραπτό κείμενο απαγορεύεται δια νόμου και ροπάλου. Η επικοινωνία γίνεται με τη χρήση αριθμών, ενώ τεράστιες οθόνες στα δωμάτια των σπιτιών, βομβαρδίζουν τους πολίτες με τις αφηγήσεις και τις εικόνες της επικαιρότητας. Οι εφημερίδες είναι δισέλιδες και περιλαμβάνουν πολύχρωμες ζωγραφιές, ενώ τα βιβλία είναι κάτι σαν θρύλος του παρελθόντος που κανείς δεν θέλει να θυμάται ή να μάθει. Όμως, τίποτε δεν είναι οριστικό, τίποτε τελειωμένο. Ορισμένοι πολίτες αποτολμούν να κάνουν το μετέωρο βήμα και προσπαθούν να δοκιμάσουν τον απαγορευμένο καρπό της ανάγνωσης. Ωστόσο, αυτό δεν είναι εύκολο. Το δυστοπικό κράτος έχει γνώση του τι συμβαίνει Ένα ειδικό σώμα πυροσβεστών ανταποκρίνεται άμεσα στις καταγγελίες και σπεύδει να περισυλλέξει όλα τα κρυμμένα βιβλία και να τα παραδώσει στην πυρά.
Μέλος αυτού του σώματος είναι ο ήρωας της ταινίας, ο Μόνταγκ, που δεν αναρωτιέται ποτέ για το «γιατί» αλλά για το «πώς». Με ευσυνειδησία προτίθεται να γλιτώσει τους ανθρώπους από την «δυστυχία» που προξενούν τα βιβλία. Μέχρι που μία «μυστηριώδης» γειτόνισσα θα βρεθεί στη λίστα των υπόπτων. Λέγεται Κλαρίς, είναι το εντελώς αντίθετο της γυναίκας του Μίλντρεντ και της αρέσει το διάβασμα κάτι που της στοιχίζει την περιφρόνηση από τους ομοίους της. Αυτή θα ενσταλάξει στο νου του Μόνταγκ το ερώτημα «γιατί» κι έτσι περιέργεια θα τον ωθήσει να διερυνήσει και να ξεπεράσει τα όρια της κοινωνίας του και να βρεθεί στην πλευρά των «παρανόμων», των εραστών του γραπτού λόγου και της ανάγνωσης, όπως είναι ο Φάμπερ. Η ταινία είναι, από όποια μεριά την αναγνώσει κανείς, μια «ιδιόμορφη ερωτική ιστορία.» Παρατηρείστε επίσης τα ονόματα: το όνομα του ήρωα είναι η επωνυμία παλιάς γνωστής χαρτοβιομηχανίας του Η.Β. Ο «παράνομος» Φάμπερ φέρνει στο νου τα μολύβια της γνωστής γερμανικής εταιρείας με τα οποία περάσαμε τα σχολικά μας χρόνια και τον Homo Faber, τον «άνθρωπο-δημιουργό».
ΠΗΓΗ http://tsakthan.blogspot.com/2010/08/451.html
Ίσως τα “ρεμάλια” τού ανωτέρω πεσσού (κοινώς πιόνι) να μη διαβάζουν. Δεν μπορεί όμως να μην ξέρουν ότι το χαρτί είναι εύφλεκτο. Τείνω να πιστέψω ότι σεβάστηκαν τα βιβλία και γι αυτό δεν τα έκαψαν…
Διαβάζοντας την αρχή της ανάρτησης και μέχρι να με μεταφέρει εκεί ο αργός μου υπολογιστής πίστεψα κι εγώ ότι θα διάβαζα κάτι για το πόσο σεβασμό έδειξαν στα βιβλία οι “ταραξίες”.
Ίσως είναι ρομαντικό όμως να πιστεύουμε κάτι τέτοιο…
“…πίστεψα κι εγώ ότι θα διάβαζα κάτι για το πόσο σεβασμό έδειξαν στα βιβλία οι “ταραξίες”…”. Ομοίως κι εγώ! Έτσι πίστεψα. Και μού φάνηκε υπέρ το δέον ρομαντική η σκέψη μου. Και άντε, δεν τα έκλεψαν γιατί δεν θα πιάναν φράγκα στο παραεμπόριο. Γιατί όμως δεν τα φυτίλιασαν;;; Μήπως έχει περάσει στο συλλογικό ασυνείδητο ότι το να καις βιβλία είναι ίδιον Ιερεξεταστών και άλλων “σκοτεινών εξουσιαστικών μηχανισμών”; Εξ ου και η αναφορά μου στο έργο τού Τριφώ 451 Φαρενάιτ. (θερμοκρασία που καίγεται το χαρτί – περίπου 233 βαθμοί κελσίου)
Δεν μπαίνω καθόλου στο γιατί δεν κάηκαν βιβλιοπωλεία, καθώς γι’ αυτό δεν έχω βρει πουθένα κάποια αξιόλογη πληροφορία, π.χ. κάποια συνέντευξη από αυτούς που συμμετείχαν.
Έτσι, έμεινα κυρίως στον απίστευτο ελιτισμό και την αλαζονεία της φράσης αυτής – που διαδόθηκε ιδιαίτερα και είναι ένας από τους τρόπους που η λογική αυτή εκφράστηκε: στο Facebook π.χ. υπήρχε σελίδα με δεκάδες χιλιάδες like “Δε συμμετέχω στις ταραχές γιατί έχω πάρει GSCE” (=έχω περάσει στις πανελλήνιες).
“το βιβλίο ως σύμβολο πολιτισμικής και, επομένως, κοινωνικής καταξίωσης” είναι λοιπόν μονόπλευρο κόμπλεξ, τής ελίτ. Οι “απέναντι” δεν το θεωρούν ως τέτοιο σύμβολο αφού δεν τού επιτέθηκαν!
Συσκευές ηλεκτρονικής ανάγνωσης εκλάπησαν;;
Ξεκινώ απαντώντας στον τελευταίο ερώτημα, όχι, εκλάπησαν επώνυμα ρούχα και παπούτσια, plasma tv’s, smartphones, laptops, tablet pc’s. Φυσικά, για όποιον θέλει απλά κουβέντα να γίνεται τα tablets τα έκλεψαν για να κατεβάσουν e-books και να διαβάσουν. Ας σοβαρευτούμε. Βιβλία λοιπόν δεν κλέψανε και δεν πρόκειται να κλέψουν και στο μέλλον όσα πλιάτσικα κι αν διοργανωθούν, διότι πολύ απλά το διάβασμα έχει συνδεθεί στο υποσυνείδητό τους με μια φλωράδικη ενασχόληση που αφορά κάτι σπασίκλες. Τα ζώα που τα κάνουν αυτά είναι οι ίδιοι ακριβώς που όταν εσύ διάβαζες στο σχολείο αυτοί οργάνωναν κατάληψη τάχα για να κάνουν την “επανάσταση των δεκαπεντάρηδων”, αλλά ο λόγος ήταν να “γλυτώσουν μάθημα” (=διάβασμα) και να πιάσουν και τον κώλο της συμμαθήτριας μέσα στο χαμό, κι οι ίδιοι που όταν εσύ προετοιμαζόσουν να δώσεις πανελλήνιες αυτοί οργάνωναν την “πενταήμερη” για να γαμήσουν με την ησυχία τους τη συμμαθήτρια που λέγαμε παραπάνω. Το πράμα μετά έχει ως εξής : αφού λοιπόν εσύ με το διάβασμα κατάφερες να πάρεις πτυχία κλπ και να έχει μια καλή δουλειά (=καλά λεφτά), τα ζώα που έχουν υιοθετήσει σαν στάση ζωής το “μη διάβασμα” πρέπει να βρουν έναν τρόπο να ταΐσουν τον εγωισμό τους και ν’ αποκτήσουν τα υλικά αγαθά που εσύ χαίρεσαι (γιατί έχεις τα φράγκα να τα αγοράζεις). Τα υπόλοιπα τα είδαμε το Δεκέμβριο του ’09 εδώ και στο Λονδίνο προχθές.
@MLOG: Δεν έχω βρει κάτι σχετικά.
@chessman: Όλα αυτά που γράφεις είναι ένα παράδειγμα του ελιτισμού και, στην καλύτερη περίπτωση, της αδιαφορίας για κατανόηση που έδειξε και ο υπάλληλος του Waterstone’s.
Είναι βολικό οι καταλήψεις και οι κοινωνικές εξεγέρσεις να αποδίδονται σε “ταπεινά κίνητρα”. Αλλιώς θα πρέπει να κάτσουμε να δούμε γιατί υπάρχει οικονομική κρίση και ανεργία ή γιατί ένας αστυνομικός στο κέντρο της Αθήνας αισθάνεται άνετα να δολοφονεί έναν 15χρονο.
Ειδικά στις σημερινές συνθήκες στην Ελλάδα, πρέπει να είναι από άλλο πλανήτη όποιος πιστεύει ότι άμα διαβάζεις βρίσκεις “καλή δουλειά με καλά λεφτα”.
Άσε που για όσους αφηγούνται τη ζωή τους τόσο ηρωικά, “κουράστηκα, θυσιάστηκα, με την αξία μου” μαθαίνεις συνήθως μετά ότι τους “βοήθησε λίγο” κάποιος συγγενής ή φίλος “στην αρχή”.
Δεν νομίζω ότι μπορώ να συμφωνήσω περισσότερο με το Μιχάλη, οπότε παραθέτω ευλαβικά τις 2 τελευταίες παραγράφους του, προσυπογράφοντας τες:
Ειδικά στις σημερινές συνθήκες στην Ελλάδα, πρέπει να είναι από άλλο πλανήτη όποιος πιστεύει ότι άμα διαβάζεις βρίσκεις “καλή δουλειά με καλά λεφτα”.
Άσε που για όσους αφηγούνται τη ζωή τους τόσο ηρωικά, “κουράστηκα, θυσιάστηκα, με την αξία μου” μαθαίνεις συνήθως μετά ότι τους “βοήθησε λίγο” κάποιος συγγενής ή φίλος “στην αρχή”.
Μάλλον δεν έγινα αντιληπτός. Κατ’ αρχάς οικονομική διαστρωμάτωση και ταξικές διαφορές είναι αναπόφευκτο να υπάρχουν κι είναι αυτά που κάνουν τον κόσμο να γυρίζει. Από κει και μετά καταλαβαίνω (λίγο) τον απόβλητο που κοιτάει τον “άλλο” να καλοπερνάει (έστω κι αν τον “βοήθησε” κάποιος “μπάρμπας στην Κορώνη”) και ξερογλύφεται να του αρπάξει ότι μπορεί. Απλά λέω ότι για μένα σωστότερο και δικαιότερο θα ήταν να προσπαθήσει ν’ αλλάξει τη μοίρα του με νόμιμους τρόπους κι ότι βγει κι όχι με το μπάχαλο, το πλιάτσικο κλπ. Τόσο πολύ σας κοστίζει να παραδεχτείτε ότι αυτό επιτάσσει η απλή λογική κι ο κοινός νους ; Τα υπόλοιπα αριστερο-σοσιαλιστικο-ανθρωπιστικά ακούγονται χαριτωμένα αρκεί βέβαια να περιμένεις να τα εφαρμόσουν άλλοι και να σ’ αφήσουν ήσυχο να καταναλώνεις την ευμάρειά σου.
Οι παράνομοι τρόποι μας φταίνε γιατί είναι παράνομοι.
Οι νόμιμοι τρόποι “βλάπτουν την οικονομία μας και τη βαριά βιομηχανία της χώρας, τον τουρισμό”.
Για το τι είναι κοινός νους και απλή λογική οι απόψεις διίστανται…
Να με συγχωρείς αλλά δεν κατάλαβα τι εννοείς. Να το ξαναπώ απλούστερα, κανένας κερατάς δεν δικαιούται να καταλύει την έννομη τάξη και να επιδίδεται σε βανδαλισμούς, κλοπές, καταστροφές, πλιάτισκο, τρομοκρατία κλπ επειδή “δεν του’ κατσε” κι αυτουνού στη ζωή να γίνει πετυχημένος αεριτζής (που πιθανόν να είναι το όνειρό του). Διότι αυτή είναι η ανθρώπινη φύση, ο καθένας θέλει πάντα να κερδίζει, ν’ ανεβαίνει, να ξεχωρίζει, να να να παντί τω τρόπω. Αλλά είπαμε με ΝΟΜΙΜΟ τρόπο κι όπου βγει. Αλλιώς στείλε ένα e-mail στη UNICEF για τα υπόλοιπα. Όχι θα σχεδιάζω πλέον τη ζωή μου με το “κατανοητό” ενδεχόμενο να μου την πέσει ο κάθε μαλάκας αποτυχημένος να με κλέψει, να με ληστέψει και δεν ξέρω άλλο τι γιατί (από κει ξεκίνησε η κουβέντα) την ώρα που ήταν να πάρει εφόδια για τη ζωή (σε κα’ να παλιοσχολείο, σε κα’να κωλοπανεπιστήμιο) αυτός έκανε τον εξυπνάκια. Τώρα που ήρθε η ώρα να λάβει τα επίχειρα των τότε ηλίθιων αποφάσεών του, τώρα του φταίει η άτιμη ζωή κι η κακούργα κενωνία. Άιντε να σοβαρευτούμε λίγο.
Διαφωνούμε επομένως στο ποια είναι η ανθρώπινη φύση.
Ωραία υπεκφυγή ! Το λαμβάνω ως παραδοχή της άποψή μου και κολακευμένος αποχωρώ.
Ήταν απάντηση στη κεντρική θέση της άποψή σου. Και αυτό μπορείς να το εκλάβεις ως κολακευτικό αν θες.